Του Σάββα Καλεντερίδη
Τις ώρες που γράφονται αυτές οι γραμμές (23 Αυγούστου), συνεδριάζει στην Άγκυρα κοινή αμερικανοτουρκική «Ομάδα Εργασίας επί Θεμάτων Πληροφοριών, Πολιτικής και Στρατού» σχετιζόμενα με το ζήτημα της Συρίας.
Στη σύσκεψη συμμετέχουν...... διπλωμάτες, στελέχη των υπηρεσιών ασφαλείας και πληροφοριών και αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων των δυο χωρών, ενώ από πλευράς των ΗΠΑ προΐσταται η πρέσβης Ελίζαμπεθ Τζόουνς και από πλευράς της Τουρκίας ο πρέσβης Χαλίτ Τσεβίκ, αναπληρωτής υφυπουργός Θεμάτων Μέσης Ανατολής του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών.
Η απόφαση για τη συγκρότηση και τη λειτουργία της ως άνω ομάδος εργασίας ελήφθη στις 11 Αυγούστου, στην Κωνσταντινούπολη, κατά τη διάρκεια της συνάντησης της υπουργού εξωτερικών των ΗΠΑ Χίλαρι Κλίντον με τον Τούρκο ομόλογό του, Αχμέτ Νταβούτογλου, ενώ της προετοιμασίες της συνάντησης τις έκαναν δια τηλεδιασκέψεων διπλωμάτες των δυο χωρών.
Στη σύσκεψη, που γίνεται υπό το φόβο της τροπής των εξελίξεων στη Συρία σε μια κατεύθυνση και ένα πλαίσιο που δεν θα είναι δυνατόν να ελεγχθεί από πλευράς Άγκυρας και Ουάσιγκτον, τα κύρια θέματα που θα εξεταστούν είναι τα εξής:
Πρώτον, η δημιουργία Ζώνης Ασφαλείας στο έδαφος της Συρίας, σε περίπτωση που το κύμα προσφύγων προς την τουρκική επικράτεια γίνει ανεξέλεγκτο (ο Νταβούτογλου όρισε ως ανώτατο όριο που μπορεί να δεχτεί η Τουρκία τους 100.000 πρόσφυγες, ενώ τώρα ο αριθμός τους πλησιάζει τους 70.000).
Δεύτερον, η μεταφορά του Κέντρου Παροχής Ανθρωπιστικής Βοήθειας στους διωκόμενους Σύρους, που έχει εγκατασταθεί στο τουρκικό έδαφος, πολύ κοντά στα σύνορα με τη Συρία, μέσα στο συριακό έδαφος, σε περίπτωση που επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο η κατάσταση στη Συρία. Για να γίνει αυτό θα αναζητηθούν τρόποι που θα δημιουργηθεί ένα πνεύμα νομικής και πολιτικής ‘κατανόησης’ και αποδοχής από πλευράς της διεθνούς κοινότητας.
Τρίτον, να γίνουν τα πρώτα βήματα που θα παρεμποδίσουν ομάδες του ΡΚΚ και της Άλ Κάιντα να επωφεληθούν από το κενό εξουσίας και να εγκατασταθούν σε διάφορες περιοχές της συριακής επικράτειας.
Τέταρτον, η λήψη συγκεκριμένων μέτρων, ο σχεδιασμός επιχειρήσεων και η ανάληψη δράσης, συμπεριλαμβανομένης και της στρατιωτικής, για την αποτροπή της χρήσης και της μεταφοράς των αποθεμάτων χημικών όπλων που διαθέτει το καθεστώς Άσαντ.
Πέμπτον, η πύκνωση των επαφών με στελέχη εθνοτικών και θρησκευτικών ομάδων και μαζικών οργανώσεων και η συγκρότηση σχεδίου για την επίτευξη συνεννόησης την μετά Άσαντ εποχή, προς αποφυγή πράξεων αντεκδίκησης.
Με άλλα λόγια, είναι φανερό ότι η Τουρκία, παρά τις ενστάσεις που έχει εκφράσει -εκτός από την κυβέρνηση Άσαντ- με ξεκάθαρο και απειλητικό τρόπο το Ιράν, συνεχίζει να διεκδικεί πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανατροπή του Άσαντ αλλά και την επόμενη μέρα στη Συρία, σε συνεργασία και με την προφανή υποστήριξη των ΗΠΑ.
Για να κάνουμε μια άλλη ανάγνωση και να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, η Τουρκία έπαιξε και συνεχίζει να παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στα εξής:
Πρώτον, το τουρκικό κράτος και η κυβέρνηση Ερντογάν παρέχουν κάθε είδους στήριξη στους λεγόμενους αντικαθεστωτικούς πολιτικούς που έχουν καταφύγει στην Τουρκία και έχουν συγκροτήσει το Εθνικό Συμβούλιο της Συρίας.
Δεύτερον, το τουρκικό κράτος και οι «αρμόδιες» υπηρεσίες παρέχουν προστασία, οπλισμό και εκπαίδευση σε ένοπλες ομάδες που απαρτίζονται κυρίως απο σουνίτες λιποτάκτες του συριακού στρατού και από άτομα που συμμετείχαν στις εξεγέρσεις της Τυνησίας και κυρίως της Λιβύης, τα οποία ενέχονται σε δολοφονίες χιλιάδων αόπλων και αθώων πολιτών, ορισμένες από τις οποίες δολοφονίες παρακολουθήσαμε στους δέκτες των τηλεοράσεων.
Τρίτον, το τουρκικό κράτος και οι «αρμόδιες» υπηρεσίες εμπλέκονται σε βομβιστικές και άλλες ανατρεπτικές ενέργειες στο Δαμασκό και σε άλλες περιοχές της Συρίας, που αποτελούν τον ορισμό της τρομοκρατικής ενέργειας, με σκοπό τη δημιουργία κλίματος που θα οδηγήσει στην ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ.
Τέταρτον, η Τουρκία, επωφελούμενη της υποστήριξης των ΗΠΑ, ετοιμάζεται να καταλύσει την κυριαρχία μιας άλλης κυρίαρχης χώρας και να εισβάλλει στο έδαφός της, για “ανθρωπιστικούς λόγους ” (ειδικά εμείς οι Έλληνες δεν πρέπει να ξεχνάμε τη μαεστρία που η Τουρκία, ιδιαίτερα όταν έχει τη στήριξη της Ουάσιγκτον, μετατρέπει τα βάρβαρα επεκτατικά της σχέδια σε «Επιχειρήσεις Ειρήνης», όπως το 1974 στην Κύπρο).
Αξίζει να κάνουμε μια σύντομη αναφορά σε αυτά που διαδραματίζονται στο Κουρδιστάν αυτήν την περίοδο, εξελίξεις που ούτως ή άλλως σχετίζονται με τα διαδραματιζόμενα στη Συρία και τις κινήσεις της Τουρκίας.
Ο απελευθερωτικός στρατός των ανταρτών του ΡΚΚ, από τις 23 Ιουλίου μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, αντί της τακτικής «χτυπάω και φεύγω», έχει εφαρμόσει μια εντελώς νέα τακτική, αυτήν του «χτυπάω και μένω» και έχει εγκαταστήσει επί μονίμου βάσεως επιρροή στις επαρχίες Σεμντίνλι και Τσουκούρτζα, του νομού Χακκιάρι, ενώ εξαπολύει επιθέσεις σε στρατόπεδα και κυβερνητικά κτίρια και στον παρακείμενο στο νομό Σιρνάκ, που συνορεύει με το Β. Ιράκ και τη Συρία. Με άλλα λόγια, οι αντάρτες έχουν δημιουργήσει μια ημι-απελευθερωμένη περιοχή, στην οποία οι μονάδες του στρατού και οι υπάλληλοι του τουρκικού κράτους παραμένουν εγκλωβισμένοι στα στρατόπεδα και τα κρατικά κτίρια, ενώ τα θύματα για τον τουρκικό στρατό αυτό το διάστημα του ενός μηνός ξεπερνούν τα εκατόν πενήντα, κυρίως μόνιμοι και επαγγελματίες υπαξιωματικοί και οπλίτες.
Ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, την πρώτη ημέρα του Μπαϊραμιού, αυτοκίνητο-βόμβα εξερράγη στην πόλη Αντέπ, προκαλώντας το θάνατο σε εννέα άτομα και τραυματίζοντας άλλα εξήντα πέντε. Να σημειωθεί ότι τις ημέρες του Μπαϊραμιού, που συνήθως επικρατεί μια άτυπη εκεχειρία, έχαναν τη ζωή του περισσότεροι από είκοσι στρατιωτικοί σε συγκρούσεις με το ΡΚΚ.
Για να κάνουμε τα πράγματα πιο ξεκάθαρα, να σημειώσουμε ότι η επαρχία Σεμντίνλι, όπου στην ουσία οι αντάρτες ελέγχουν την ύπαιθρο και πολιορκούν συνεχώς το στρατός τα στρατόπεδά του, κατά το ήμισυ συνορεύει με το Νότιο Κουρδιστάν-Βόρειο Ιράκ και κατά το άλλο ήμισυ με το Ιράν και συγκεκριμένα με την περιοχή που ονομάζεται Ανατολικό Κουρδιστάν. Να σημειώσουμε επίσης ότι η πόλη Αντέπ βρίσκεται πολύ κοντά στα σύνορα με τη Συρία και στην πόλη Χαλέπι, και συγκεκριμένα με την περιοχή που αποκαλείται Δυτικό Κουρδιστάν ή Ροζάβα, ενώ κοντά στην πόλη, στο τουρκικό έδαφος, υπάρχει και στρατόπεδο 40.000 προσφύγων από τη Συρία, ανάμεσα στους οποίους και αρκετές εκατοντάδες είναι άνθρωποι που σχετίζονται με τις μυστικές υπηρεσίες της Συρίας, του Ιράν, του Νοτίου Κουρδιστάν (Μπαρζανί), των ΗΠΑ, του Ισραήλ και του ΡΚΚ.
Γιατί τα επισημαίνουμε αυτά;
Γιατί είναι φανερό ότι όσο η Τουρκία χώνεται στο βάλτο που λέγεται Συρία, τόσο οι δυνάμεις των οποίων τα συμφέροντα θίγονται και απειλούνται από την επιλογή της αυτή, συσπειρώνονται και στρέφονται εναντίον της με “όρους Μέσης Ανατολής”, μερικούς από τους οποίους μπορεί να διακρίνει στα προαναφερθέντα περιστατικά μαχών και βομβιστικών επιθέσεων.
Προφανώς η Τουρκία έχει σταθμίσει την κατάσταση και έχει λάβει ορισμένες εγγυήσεις για να κάνει τη συγκεκριμένη επιλογή. Το μεγάλο ερώτημα είναι το εξής: Οι ΗΠΑ, έστω για να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα, θα δεχτούν για άλλη μια φορά να γίνουν εργαλείο του τουρκικού επεκτατισμού και της τουρκικής σουνιτικής βαρβαρότητας, θυσιάζοντας για άλλη μια φορά τους Κούρδους και μαζί μ’ αυτούς τους (ελληνορθόδοξους, Αρμενίους, Ασσυρίους) χριστιανούς και τους αλαουίτες της περιοχής;
εφημ. “Κυριακάτικη Δημοκρατία“